Ως διαβήτης της κύησης ορίζεται οποιαδήποτε διαταραχή στον μεταβολισμό της γλυκόζης που διαγιγνώσκεται ή εμφανίζεται για πρώτη φορά στην κύηση, ιδίως μετά την 24η εβδομάδα. Αυτή η κατηγορία είναι η συχνότερη και αποτελεί το 80% των περιστατικών διαβήτη κατά την κύηση. Ενδέχεται να αποτελεί εκδήλωση είτε αδιάγνωστης διαταραχής στην ανοχή της γλυκόζης (IGT) που προϋπάρχει της εγκυμοσύνης είτε αδιάγνωστου προϋπάρχοντος διαβήτη τύπου 2 ή, σπανιότερα, κύησης συνυπάρχουσας χρονικά με πρόδρομη φάση Διαβήτη τύπου 1.
Κατά τη διάρκεια της κύησης ο πλακούντας παράγει ορμόνες που βοηθούν την ανάπτυξη του εμβρύου, όμως προκαλούν αντίσταση στην ινσουλίνη. Συγκεκριμένα, παρατηρούνται οι εξής φυσιολογικές μεταβολές: ελαττωμένα επίπεδα γλυκόζης πλάσματος νηστείας (ιδίως στο 1ο τρίμηνο), μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη, αυξημένα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης, αυξημένη λιπόλυση, αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης και μεταγευματικά. Στο διαβήτη κύησης, όμως, παρατηρείται αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης – ιδίως στο τέλος του 2ου και κατά τη διάρκεια του 3ου τριμήνου της εγκυμοσύνης και μειωμένη εφεδρεία των β-κυττάρων του παγκρέατος να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες σε ινσουλίνη της προχωρημένης εγκυμοσύνης, καταστάσεις που οδηγούν σε υπεργλυκαιμία.
Ο διαβήτης κύησης παρατηρείται στο 4-8% των κυήσεων (88% κύησης, 8% τύπου 2 και 4% τύπου 1). Παράγοντες κινδύνου είναι οι εξής: α) ηλικία μητέρας άνω των 35, β) φυλή (αυξημένα ποσοστά εμφάνισης σε αφροαμερικάνες), γ) παχυσαρκία, δ) υπερβολική αύξηση βάρους κατά την κύηση, ε) διαβήτης σε προηγούμενη κύηση (κίνδυνος 30% επιπλέον εμφάνισης διαβήτη σε επόμενη κύηση), στ) ιστορικό προδιαβήτη, ζ) ιστορικό ανεξήγητου εμβρυικού θανάτου, η) σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, θ) οικογενειακό ιστορικό διαβήτη. Οι επιπτώσεις ενός μη επαρκώς ελεγχόμενου διαβήτη αφορούν τόσο στο έμβρυο με εμφάνιση δυστοκίας λόγω μακροσωμίας, ικτέρου, αναπνευστικής δυσχέρειας, υπογλυκαιμίας, νεογνικού θανάτου, όσο και στη μητέρα (δυστοκία, προεκλαμψία, κίνδυνος ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 μετέπειτα στη ζωή της). Η αυστηρή ρύθμιση της υπεργλυκαιμίας, επομένως, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μειώνει σημαντικά τις επιπλοκές τόσο του εμβρύου όσο και της μητέρας, με παρατηρούμενη μείωση της μακροσωμίας από 21% σε 10% και μείωση του ενδομήτριου θανάτου, της ωμικής δυστοκίας από 4% σε 1%.
Η διάγνωση γίνεται μεταξύ της 24ης και της 28ης εβδομάδας κύησης με καμπύλη σακχάρου με 75 gr γλυκόζης και μέτρηση σακχάρου στη μία και δύο ώρες νηστείας (εώς 95mg/dl, στην 1η ώρα <180mg/dl και στη 2η ώρα <153mg/dl). Επί θετικού αποτελέσματος δίνονται οδηγίες για σωστή διατροφή και μέτρηση τριχοειδικού 4 φορές ημερησίως (μια ώρα μετά τα κύρια γεύματα), αρχικά για δυο εβδομάδες. Στόχος της δίαιτας είναι να εξασφαλίσει το ελάχιστο των θρεπτικών απαιτήσεων της εγκυμοσύνης και την επίτευξη των γλυκαιμικών στόχων χωρίς να προκαλεί ελάττωση ή υπερβολική αύξηση του βάρους. Παρακάτω στον πίνακα φαίνεται η συνιστώμενη θερμιδική πρόσληψη ανά κιλό βάρους σώματος ανάλογα με το δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ), καθώς και η ιδανική πρόσληψη βάρους κατά τη διάρκεια της κύησης αναλόγως και πάλι του ΒΜΙ.
Επίσης, δίνονται οδηγίες για διαμόρφωση σωστού διατροφικού πλάνου με ιδανική αναλογία θρεπτικών συστατικών ( Υδατάνθρακες σύμπλοκοι: 40 – 45 %, Πρωτείνες: 20%, Λίπος: 35 – 40% ).
Επί μη βελτίωσης των τιμών σακχάρου μετά την παρέλευση 2 εβδομάδων συστήνεται έναρξη θεραπείας με εντατικοποιημένο σχήμα ινσουλίνης βάσει των νεότερων κατευθυντήριων οδηγιών ( το σχήμα που προτείνεται πλέον είναι ινσουλίνη μακράς δράσης προ του βραδινού ύπνου, και ταχείας δράσης ινσουλίνη προ των 3 ημερήσιων γευμάτων, πρωινού – μεσημεριανού – βραδινού. Τα αντιδιαβητικά δισκία παρά τις αντικρουόμενες απόψεις δεν έχουν πάρει ακόμη επίσημη έγκριση για χορήγηση.
Άλλα θεραπευτικά μέτρα που έχουν προταθεί αφορούν στη φυσική κατάσταση της εγκύου. Συγκεκριμένα, προτείνεται άσκηση 30’ το 24ωρο στις εγκύους που είναι ικανές να ασκηθούν ιδανικά με γρήγορο βάδισμα, άσκηση των άκρων σε καθιστική θέση για τουλάχιστον 10΄ μετά το γεύμα, καθώς και κανονική αεροβική άσκηση με κατάλληλη προθέρμανση και τερματισμό σε χώρο γυμναστηρίου.
Ο διαβήτης κύησης, συμπερασματικά ,είναι μια κατάσταση δυνητικά επικίνδυνη τόσο για το έμβρυο όσο και για τη μητέρα, γι’ αυτό επιβάλλεται η έγκαιρη, σωστή διάγνωση και τακτική παρακολούθηση.
Μάλιστα, συστήνεται κατά τη διάρκεια της κύησης τακτική μέτρηση σακχάρου τέσσερις φορές ημερησίως, σωστή και επαρκής κάλυψη θερμιδικών αναγκών καθώς και αναγκών σε θρεπτικά συστατικά. Έχει επιβεβαιωθεί η συμβολή της άσκησης στη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου, μιας και βελτιώνει τα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης. Μετά τον τοκετό συστήνεται στην λεχώνα εκ νέου διενέργεια καμπύλης γλυκόζης στις 6-8 βδομάδες, καθώς και στους 6 μήνες. Λόγω της αυξημένης πιθανότητας εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 στη μετέπειτα ζωή, η διενέργεια καμπύλης γλυκόζης ανά 1 έως 3 χρόνια είναι επιβεβλημένη.
Διαμαντίδου Βασιλική
Στρατιωτική Ιατρός – Ειδική Παθολόγος – Εξειδικευθείσα στην Παθολογία Κύησης